Πολλές
θεραπευτικές συνεδρίες ακολουθώντας πολάκις μία ιατροκεντρική
προσέγγιση, βλέπουν τον/την θεραπευόμενο/η κι όχι το παιδί, βλέπουν τη διάγνωση κι όχι τον/την άνθρωπο. Παρακάτω ακολουθεί μία πρώτη προσέγγιση σε ένα διαφορετικό
μοντέλο για την αναπηρία, κατά το οποίο οι θεραπευτές/τριες θα πρέπει να ψάξουν βαθιά
για να βρουν τη δική τους ταυτότητα μέσα σε αυτό αλλά και να ανοίξουν νέους
ορίζοντες στη ‘θεραπευτική’ τους ιδιότητα. Το ίδιο, βέβαια, συμβαίνει και σε οποιοδήποτε επάγγελμα σχετίζεται με την αγωγή του ανθρώπου, όπως παιδαγωγοί, δάσκαλοι, καθηγητές ή και εκπαιδευτές.
Ζώντας σε ένα περιβάλλον όπου η
επικράτηση διαφόρων μοντέλων για την αναπηρία αλλάζει συνεχώς, η γέννηση ενός
νέου σίγουρα μπορεί να προβληματίσει αλλά και να δυσκολέψει στη συνειδητή και
ασυνείδητη κατανόηση του. Το κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας αν και έχει τις
ρίζες του πολύ παλιά τοποθετημένες (σοφιστές κατά τον χρυσό αιώνα του Περικλή),
έχει έρθει στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια, κυρίως χάρη σε ακτιβιστικές
οργανώσεις.
«…Κατά την άποψή μας, η κοινωνία είναι αυτή που καθιστά ανάπηρους τους ανθρώπους
με σωματικές βλάβες. Η αναπηρία επιβάλλεται
επιπρόσθετα από τις βλάβες μας με τρόπο τέτοιο που απομονωνόμαστε χωρίς λόγο
και αποκλειόμαστε από την πλήρη συμμετοχή μας στην κοινωνία…», δημοσιεύτηκε στις Θεμελιώδεις αρχές της
αναπηρίας από την Ένωση Αναπήρων κατά του Ρατσισμού το 1976.
Το κοινωνικό μοντέλο θεωρεί την αναπηρία ένα κοινωνικό κατασκεύασμα, όπου η ίδια η αναπηρία δεν χαρακτηρίζεται ως ‘βλάβη’ ή ‘πρόβλημα’ αλλά θεωρείται ένας επιπρόσθετος προσδιορισμός διαχωρισμού που εισάγεται από την την κοινωνία. Προσπαθεί, με άλλα λόγια, να μετατοπίσει την εστίαση από τους λειτουργικούς περιορισμούς του ατόμου στα προβλήματα που προκαλούνται από το ‘περιβάλλον’. Εστιάζει στα διάφορα οικονομικά, περιβαλλοντικά και πολιτιστικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι εκείνοι που θεωρούνται από τους άλλους ότι έχουν κάποιας μορφής βλάβη - είτε σωματική, είτε αισθητηριακή, είτε πνευματική.
Βάσει του
κοινωνικού μοντέλου, η αναπηρία είναι το παράγωγο σωματικών, οργανικών και
συμπεριφορικών εμποδίων που υπάρχουν στην ίδια την κοινωνία, τα οποία και
οδηγούν στη διάκριση. Η εξάλειψη της διάκρισης απαιτεί αλλαγή στην προσέγγιση
και τον τρόπο σκέψης που δομούν την κοινωνία, ενώ το πρόβλημα εντοπίζεται στα
εμπόδια τα οποία αποτρέπουν την εκάστοτε μονάδα να παίξει ενεργό ρόλο στην
κοινωνία και όχι στην ίδια τη μονάδα. Το κοινωνικό πρότυπο, λοιπόν, έχει
αναπτυχθεί με σκοπό να εξαλείψει αυτά τα εμπόδια, έτσι ώστε οι άνθρωποι με
αναπηρία να έχουν ίσες ευκαιρίες με οποιονδήποτε άλλον στο να καθορίζουν οι
ίδιοι τον τρόπο ζωής τους.
--------------------------------------------------------------------------------
Η λεκτική επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων είναι ένας από τους πολλούς τρόπους αλληλεπίδρασης, συνεννόησης και ζώσης. Η σωστή χρήση της γλώσσας, λοιπόν, αποτελεί ένα περαιτέρω βήμα προς την ισότιμη επικοινωνία που χαρακτηρίζεται από σεβασμό προς τα χαρακτηριστικά και τον αυτοπροσδιορισμό της εκάστοτε ομάδας ανθρώπων. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα του ‘politically correct language’ που αφορούν σε διαφόρους τύπους αναπηρίας μπορεί να είναι: όχι άτομο με ειδικές ανάγκες αλλά άτομο με αναπηρία, όχι κανονικός/φυσιολογικός αλλά μη ανάπηρος, όχι άτομο σε αναπηρικό αμαξίδιο αλλά χρήστης αναπηρικού αμαξιδίου.
Οι θεραπευτές/τριες, λοιπόν, θα πρέπει να
είναι ικανοί/ες να ανακαλύπτουν συνεχώς και αδιάκοπα όλες τις οπτικές που υπάρχουν
για την αναπηρία, ώστε να μπορούν να προσφέρουν τις γνώσεις τους με τον
καταλληλότερο τρόπο. Η προσκόλληση σε συγκεκριμένα μοντέλα και η ανικανότητα
συνδυασμού αυτών μπορεί, πολλές φορές, να είναι ένα λάθος που εμποδίζει τη δόμηση
ενός εξατομικευμένου πλάνου δράσης. Τέλος,
μην ξεχνάμε πως ο όρος θεραπεία μπορεί να υπάρξει μόνο όταν υπάρχει ο
όρος ασθένεια ή αρρώστια. Ή μήπως ακόμη και η λέξη 'θεραπεία' είναι εμποτισμένη από το κοινωνικοπολιτιμικά προσδιορισμένο περιβάλλον που ζούμε; Προς σκέψιν.
Εργοθεραπευτής, ΜΕd
Κριτική Παιδαγωγική και Εκπαίδευση Εκπαιδευτικών
Εμψυχωτής Θεατρικού Παιχνιδιού
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Barnes, C., Oliver, M. and
Barton, L. (2002). Introduction. In: C. Barnes, M. Oliver, and L. Barton,
(eds). Disability Studies Today. Cambridge: Polity Press.
Devereux,
J. & Hastings, P. & Noone, J. et al (2009). Social support and coping
as mediators or moderators of the impact of work stressors on burnout in
intellectual disability support staff. Research
in Developmental Disabilities, 30(2), 367–377.
Downie, R. S. & Calman, K. C. (1997). Υγιής Σεβασμός: η ηθική στη
φροντίδα υγείας (Ελληνική Εταιρία Ιατρικής Ηθικής και
Δεοντολογίας, Μτφρ.). Αθήνα: Ιατρικές Εκδόσεις Λίτσας.
Foucault,
M. (2004). Η
ιστορία της τρέλας (Φ. Αμπατζοπούλου, Μεταφ.). Αθήνα: Ηριδανός.
Goffman, E.
(2001). Στίγμα. Σημειώσεις για τη
Διαχείριση της Φθαρμένης Ταυτότητας (Δ. Μακρυνιώτη, Μεταφ.). Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
Goffman,
E. (1994). Άσυλα (Ξ.
Κομνηνός, Μεταφ.). Τρίκαλα: Ευρύαλος.
Oliver, M.
(2009). Αναπηρία και Πολιτική (Θ.
Μπεκερίδου, Μεταφ.). Αθήνα: Επίκεντρο.
Timotijevic, L.
& Breakwell, G.M. (2000). Migration and threat to identity. Journal of
Community and Applied Social Psychology, 10, 355-372.
Union of
Physically Impaired Against Segregation, (1976). Fundamental Principles of Disability. London
Volpato, C., Durante, F., Gabbiadini, A., Andrighetto, L. & Mari, S.
(2010). Picturing the other: targets of delegitimization across time. International
Journal of Conflict and Violence, 4(2), 269-287.
Χατζηχρήστου, Χ. (2015). Πρόληψη και Προαγωγή της Ψυχικής Υγείας στο Σχολείο και στην Οικογένεια.
Αθήνα: Εκδόσεις Gutenberg.